προστάξει

προστάξει
πρόσταξις
posting of additional troops on the wings of a phalanx
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
προστάξεϊ , πρόσταξις
posting of additional troops on the wings of a phalanx
fem dat sg (epic)
πρόσταξις
posting of additional troops on the wings of a phalanx
fem dat sg (attic ionic)
προσστάζω
drop on
aor subj act 3rd sg (epic)
προσστάζω
drop on
fut ind mid 2nd sg
προσστάζω
drop on
fut ind act 3rd sg
προστάσσω
place
aor subj act 3rd sg (epic)
προστάσσω
place
fut ind mid 2nd sg
προστάσσω
place
fut ind act 3rd sg
προστάσσω
place
aor subj act 3rd sg (epic)
προστάσσω
place
fut ind mid 2nd sg
προστάσσω
place
fut ind act 3rd sg
προστά̱ξει , προστήκομαι
stick fast to
fut ind mid 2nd sg (doric)
προστά̱ξει , προστήκομαι
stick fast to
fut ind act 3rd sg (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Κομέντια ντελ’ άρτε — (Commedia dell’ arte). Πολυσύνθετο θεατρικό φαινόμενο ιταλικής προέλευσης, του οποίου η γέννηση χρονολογείται περίπου στα μέσα του 16ου αι. Χαρακτηρίζεται από την έλλειψη καθαυτό θεατρικού κειμένου, το οποίο αντικαθίσταται από μια υπόθεση με πολύ …   Dictionary of Greek

  • ισλαμισμός — Μονοθεϊστική θρησκεία την οποία ίδρυσε ο Μωάμεθ (570 632) κατά το πρώτο μισό του 7ου αι. μ.Χ. Από την ίδια ρίζα παράγεται και η λέξη μουσουλμάνος (μούσλιμ = αυτός που παραδίνεται στο θέλημα του Θεού και κατ’ επέκταση ο οπαδός του ι.). Ο ι.… …   Dictionary of Greek

  • προφήτης — Όρος που σημαίνει κυρίως αυτός που μιλά εξ ονόματος ενός θεού και ερμηνεύει τη θέλησή του στους ανθρώπους. Τη μεγαλύτερη σημασία απέκτησαν οι π. στην ιστορία του Ισραήλ: ήδη ο Αβραάμ ονομάζεται π. και για τον Μωυσή λέγεται ότι δεν εμφανίστηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”